Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Η εποχή της υπερπληροφόρησης


Καθώς ένα Βρετανικό δικαστήριο αποφασίζει για την έκδοση του Τζούλιαν Ασάνζ στη Σουηδία, και οι Αμερικάνοι εισαγγελείς σκέφτονται τις κατηγορίες σε βάρος του στρατιώτη Μπράντλεϊ Μάνινγκ,
που κατηγορείται για τις «διαρροές» στο WikiLeaks, συνεχίζεται διεθνως η συζήτηση για το εάν τέτοιου είδους αποκαλύψεις κάνουν περισσότερο καλό απ΄ ότι κακό. Πολύ συχνά, η συζήτηση αυτή πολώνεται γύρω από το ερώτημα αν η εθνική ασφάλεια προηγείται ή όχι της δημοκρατικής υπευθυνότητας, χωρίς να απομένει χώρος για τις διακρίσεις που έχουν πραγματική σημασία.

Για τις κυβερνήσεις, οποιαδήποτε διαρροή είναι εξ ορισμού ντροπιαστική για κάποιον, κάπου στο σύστημα. Οι περισσότερες διαρροές συνήθως πραγματοποιούνται από άτομα που παραβιάζουν κανόνες και νόμους, κάτι που ενίοτε ισχύει για όσους τις δημοσιοποιούν. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι όλες οι διαρροές πρέπει να καταδικάζονται.

Οι ανώτεροι κυβερνητικοί εκπρόσωποι πρέπει να καταλάβουν - όπως κατάλαβα κι εγώ σαν υπουργός Δικαιοσύνης και αργότερα Εξωτερικών της Αυστραλίας - πόσο μάταια είναι συνήθως η προσπάθεια για δίωξη και τιμωρία των υπεύθυνων για διαρροές. Όχι μόνο δεν αναιρεί την αρχική ζημιά, αλλά και με την πρόσθετη δημοσιότητα συνήθως τη χειροτερεύει. Τα μίντια ενθουσιάζονται όταν βλέπουν τα πρόσωπα των ισχυρών να κοκκινίζουν από θυμό ή ντροπή. Η δίωξη συνήθως «εξυψώνει» τους υπεύθυνους στα μάτια του κόσμου, γεγονός που την καθιστά αυτομάτως άχρηστη σαν μέσο αποτροπής.

Ωστόσο, κάποιες γραμμές πρέπει να τραβηχτούν, αν θέλουμε να έχουμε μια ποιοτική κυβέρνηση. Όπως μαθαίνει ακόμα με οδυνηρό τρόπο πρώην Γερουσιαστής Ηνωμένων Πολιτειών και αποστολέας μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου, Άντονι Γουάινερ, ζούμε στην εποχή της υπερπληροφόρησης. Το κόλπο είναι να ξέρεις πώς και πού να βάλεις τα απαιτούμενα όρια, αποφεύγοντας τη διαρροή περιττών πληροφοριών.

Κάποιες από τις δημοσιεύσεις «ευαίσθητου» υλικού στο WikiLeaks δικαιολογούνται πλήρως από την νομοθεσία περί ελεύθερης διακίνησης πληροφοριών, καθώς αποκάλυψαν αδικήματα που μπορεί διαφορετικά να παρέμεναν κρυφά. Οι δολοφονίες αμάχων από πληρώματα πολεμικών ελικόπτερων στο Ιράκ, η διαφθορά της οικογένειας του πρώην Προέδρου της Τυνησίας Μπεν Αλί, και η έλλειψη προόδου στο Αφγανιστάν είναι από αυτή την άποψη θεμιτές αποκαλύψεις.

Τίποτε από αυτά δεν καθιστά τον Ασάνζ έναν νέο Ντάνιελ Έλσμπεργκ (ο οποίος, πριν από 40 χρόνια, δημοσίευσε τα Έγγραφα του Πενταγώνου, εκθέτοντας τον τρόπο σκέψης της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για το Βιετνάμ). Ούτε βέβαια τον τοποθετεί στην ίδια κατηγορία με την Άννα Πολιτκόφσκαγια, τη δημοσιογράφο που δολοφονήθηκε αφού αρνήθηκε να σταματήσει την έρευνα της για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία. Τα δηλωμένα κίνητρα του παραείναι αναρχικά. Παρά ταύτα, κάποιες φορές πρέπει να υπάρχουν εκ των έσω διαρροές.

Ωστόσο κάποιες διαρροές δεν είναι υπερασπίσαμε, και οι υπεύθυνοι γι΄ αυτές χρήζουν τιμωρίας. Τέτοιες είναι οι διαρροές που θέτουν στελέχη και πηγές των υπηρεσιών πληροφοριών ή άλλα άτομα σε σωματικό κίνδυνο (όπως έκαναν κάποιες δημοσιεύσεις στο WikiLeaks σχετικές με το Αφγανιστάν και τη Ζιμπάμπουε). Περιλαμβάνει, επίσης, δημοσιεύσεις που θέτουν σε κίνδυνο κατασκοπευτικές μεθόδους και την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων. Το ίδιο ισχύει και για αποκαλύψεις που εκθέτουν διερευνητικές προτάσεις κατά την διάρκεια ειρηνευτικών ή εμπορικών διαπραγματεύσεων.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το ρίσκο είναι πολύ υψηλό. Δεν είναι δυνατόν να επαφίενται τόσο κρίσιμες αποφάσεις στο WikiLeaks ούτε τα ΜΜΕ μπορούν να ενεργήσουν χωρίς τη συμβουλή αρμόδιων αξιωματούχων.

Οι πιο «πονηρές» υποθέσεις είναι άλλες: οι προσωπικές συνδιαλέξεις των οποίων η δημοσιοποίηση μπορεί να προκαλέσει προσβολή, αιδώ ή ένταση, αλλά που δεν δικαιώνεται από την άποψη της δημόσιας πολιτικής. Τα αρνητικά σχόλια από πολιτικούς για πολιτικούς δεν προορίζονται για την κοινή γνώμη.

Οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να αντιδρούν υπερβολικά σε τέτοιες περιπτώσεις. Οι διαρροές τραυματίζουν τη δημόσια εικόνα τους και προκαλούν εντάσεις, αλλά η ζωή συνεχίζεται. Από την άλλη, δεν πρέπει να επικροτούμε αφελώς τέτοιου είδους διαρροές. Ενισχύουν την περιττή γραφειοκρατία και την μυστικοπάθεια, η οποία μειώνει την αποδοτικότητα των κυβερνητικών υπηρεσιών.

Όσοι από εμάς βλέπουν ότι οι αποκαλύψεις στο WikiLeaks είναι κυρίως επιβλαβείς και αρνούνται να ζητωκραυγάσουν τον Ασάνζ και τους συνεργάτες του, προσπαθούν να αντισταθούν σε μια πλημμυρίδα. Όλοι γνωρίζουμε ότι θα πρέπει να συνηθίσουμε στην όλο και μεγαλύτερη έκθεση. Πρέπει, όμως, να προσπαθούμε να θέτουμε όρια, εκεί που πρέπει.



Ο κύριος Γκάρεθ Έβανς είναι πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και Εξωτερικών της Αυστραλίας.

Πηγή : www.tovima.gr